Background Image
Table of Contents Table of Contents
Previous Page  17 / 112 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 17 / 112 Next Page
Page Background

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

38

ΘΕΜΑ 4

Μιµεῖσθαι θέλει ἡ γυνή τόν ἄνδρα

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ (ΑΙΤΙΑΤΙΚΗ)

Π. 163

ΡΗΜΑ ∆ΙΠΤΩΤΟ

Π. 28

ΚΕΙΜΕΝΟ

70.

P

erˆ mn oân tîn tÒte genomšnwn ¢khkÒate p£nta kaˆ ¢polelÒghta… moi ƒkanîj

,

éj

g

'

™mautÕn pe…qw

·

e„ dš t…j ti Ømîn poqe‹ À nom…zei ti m¾ ƒkanîj e„rÁsqai paralšloip£ ti

,

¢nast¦j Øpomnhs£tw

,

kaˆ ¢polog»somai kaˆ prÕj toàto

·

perˆ d tîn nÒmwn ½dh Øm©j

did£xw

.

71. Khf…sioj g¦r oØtosˆ ™nšdeixe mšn me kat¦ tÕn nÒmon tÕn ke…menon

,

t¾n d

kathgor…an poie‹tai kat¦ y»fisma prÒteron genÒmenon

,

Ö epen 'Isotim…dhj

,

oá ™moˆ

pros»kei oÙdšn

.

`O mn g¦r epen e‡rgesqai tîn ƒerîn toÝj ¢seb»santaj kaˆ Ðmolog»-

santaj

,

™moˆ d toÚtwn oÙdštera pepo…htai

·

oÜte ºsšbhtai oÜte æmolÒghtai

.

72.

`Wj d kaˆ

toàto tÕ y»fisma lšlutai kaˆ ¥kurÒn ™stin

,

™gë Øm©j did£xw

.

Ka…toige toiaÚthn ¢polog…an

perˆ aÙtoà poi»somai

,

Ópou m¾ pe…qwn mn Øm©j aÙtÕj zhmièsomai

,

pe…saj d Øpr tîn

™cqrîn ¢poleloghmšnoj œsomai

.

'All¦ g¦r t¢lhqÁ e„r»setai

.

ΑΝ∆ΟΚΙ∆ΟΥ, Περί τῶν µυστηρίων 70 - 72

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

ὁ ἱκανός, ή, όν

: αρκετός

πείθω

: (+αιτ. / +αιτ. προσ. +αιτ. πραγµ. / +αιτ. + τελ.

απαρεµφ.) πείθω κάποιον (να) / Μ. (+δοτ.) πείθοµαι

σε κάποιον, πιστεύω

ποθέω, -ῶ:

(+αιτ. / +τελ. απαρεµφ.) λαχταρώ, επιθυµώ

κάτι ή να

νοµίζω

: (+ειδ. απαρεµφ.) νοµίζω ότι / (+2αιτ. Α + Κ)

θεωρώ κάποιον ως / (+αιτ.) πιστεύω σε

ὑποµιµνήσκω

: (+αιτ. / +γεν.) υπενθυµίζω σε κάποιον /

µνηµονεύω, αναφέρω κάτι / (+αιτ. +αιτ.) θυµίζω σε

κάποιον κάτι

διδάσκω

: (+αιτ. / +αιτ. +αιτ. / +αιτ. + β΄ουσα προτ. / +αιτ.

+τελ. απαρεµφ.) διδάσκω, διαφωτίζω, πληροφορώ,

συµβουλεύω, εξηγώ (σε) κάποιον (να) (ότι)

ἐνδείκνυµι

: δείχνω, καταγγέλλω, αποδεικνύω/ Μ.

(+αιτ. +δοτ. / +κατηγ. µτχ.) αποδεικνύω µε αποδείξεις,

καταγγέλλω

προσήκω

: έχω έλθει σε κάποιο τόπο, είµαι

πρόχειρος / (+δοτ.) ανήκω σε κάποιον, έχω σχέση

µε κάποιον, συγγενεύω / (απρ.) αρµόζει, ταιριάζει /

προσήκει µοί τινος (αντικ.)

έχω σχέση µε κάτι

εἴργω

: (+αιτ. / +γεν. / +αιτ +γεν. / +τελ. απαρεµφ.)

περιορίζω, αποκλείω, εµποδίζω κάποιον από,

κάποιον να

ζηµιόω, ῶ

: (+αιτ.) επιφέρω ζηµία σε κάποιον / τιµωρώ

(µε χρηµατικό πρόστιµο) / Π. τιµωρούµαι