Background Image
Table of Contents Table of Contents
Previous Page  83 / 112 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 83 / 112 Next Page
Page Background

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

104

ΘΕΜΑ 37

Λέγει γάρ ὡς οὐδέν ἐστιν ἀδικώτερον φήµης

ΕΓΚΛΙΣΕΙΣ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ

Π. 70. ΙΙ

ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ

Π. 142 - 152

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ (∆ΟΤΙΚΗ)

Π. 165

ΚΕΙΜΕΝΟ

109

.

K

aˆ ™pˆ toÚtoij Órkon êmosan „scurÒn

,

m»t

'

aÙtoˆ t¾n ƒer¦n gÁn ™rg£sesqai m»t

'

¥llJ ™pitršyein

,

¢ll¦ bohq»sein tù qeù kaˆ tÍ gÍ tÍ ƒer´ kaˆ ceirˆ kaˆ podˆ kaˆ fwnÍ

κ

p£sV dun£mei

.

110

.

Kaˆ oÙk ¢pšcrhsen aÙto‹j toàton tÕn Órkon ÑmÒsai

,

¢ll¦ kaˆ

prostrop¾n kaˆ ¢r¦n „scur¦n Øpr toÚtwn ™poi»santo

.

Gšgraptai g¦r oÛtwj ™n tÍ ¢r´

, "

e‡

tij t£de

"

fhsˆ

"

paraba…noi À pÒlij À „dièthj À œqnoj

,

™nag»

ς"

fhsˆn

"

œstw toà 'ApÒllwnoj

kaˆ tÁj 'Artšmidoj kaˆ Lhtoàj kaˆ 'Aqhn©j Prono…a

ς"

.

111. Kaˆ ™peÚcetai aÙto‹j m»te gÁn

karpoÝj fšrein

,

m»te guna‹kaj tškna t…ktein goneàsin ™oikÒta

,

¢ll¦ tšrata

,

m»te

bosk»mata kat¦ fÚsin gon¦j poie‹sqai

,

Âttan d aÙto‹j enai polšmou kaˆ dikîn kaˆ

¢gorîn

,

kaˆ ™xèleij enai kaˆ aÙtoÝj kaˆ o„k…aj kaˆ gšnoj tÕ ™ke…nwn

.

"

Kaˆ m»potš

"

fhsin

"

Ðs…wj qÚseian tù 'ApÒllwni mhd tÍ 'Artšmidi mhd tÍ Lhto‹ mhd

'

'Aqhn´ Prono…v

,

mhd

dšxainto aÙto‹j t¦ ƒer£

.

"

ΑΙΣΧΙΝΟΥ, Κατά Κτησιφῶντος 109 - 111

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

ὄµνυµι

: (+αιτ. / +δοτ. / +ειδ. ή τελ. απαρεµφ.)

ορκίζοµαι, υπόσχοµαι ή βεβαιώνω µε όρκο

ἐπιτρέπω

: (+αιτ.) στρέφω κάτι προς κάποιο µέρος /

(+αιτ. +δοτ. / +δοτ. / +δοτ. +τελ. απαρεµφ.) παραδίδω

σε κάποιον κάτι, εµπιστεύοµαι, αναθέτω σε κάποιον

κάτι ή να

ἀποχρήω, -ῶ:

(+δοτ.) αρκώ σε κάποιον / (απρ.) είναι

αρκετό να / Μ.

(+δοτ.) χρησιµοποιώ / κάνω

κατάχρηση κάποιου πράγµατος / είµαι

ευχαριστηµένος µε κάτι / (+αιτ.) σκοτώνω κάποιον

ἡ προστροπή:

ικεσία, δέηση

ἡ ἀρά:

ευχή, προσευχή, κατάρα

ὁ ἐναγής, ές:

επάρατος, καταραµένος / µιαρός,

βδελυρός

ἐπεύχοµαι

: (+δοτ.) εύχοµαι, προσεύχοµαι /

παρακαλώ, ικετεύω / καταριέµαι κάποιον (+δοτ. +τελ.

απαρεµφ.) καταριέµαι κάποιον να / (+τελ. απαρεµφ.)

ικετεύω να / (+τελ. ή ειδ. απαρεµφ.) κάνω τάµα,

υπόσχοµαι να ή ότι / καυχιέµαι ότι / (+αιτ.) εύχοµαι να

µη µου συµβεί κάτι

θύω

: (+αιτ.) προσφέρω / (απολ. / +αιτ. / +δοτ.)

θυσιάζω

ὁ ἐξώλης, ες:

ο εντελώς κατεστραµµένος /

ολέθριος / εντελώς διεφθαρµένος