Background Image
Table of Contents Table of Contents
Previous Page  85 / 112 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 85 / 112 Next Page
Page Background

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

106

ΘΕΜΑ 38

Οὕτως ἰσχυρόν ἐστιν ἡ ἀλήθεια, ὥστε ἐπικρατεῖ πάντων τῶν ἀνθρωπίνων λογισµῶν

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Π. 78 - 79

ΚΕΙΜΕΝΟ

143

.

K

aˆ t¾n ¹gemon…an t¾n mn kat¦ q£lattan ™po…hse koin»n

,

tÕ d

'

¢n£lwma ‡dion

Ømšteron

,

t¾n d kat¦ gÁn

,

e„ m¾ de‹ lhre‹n

,

¥rdhn fšrwn ¢nšqhke Qhba…oij

,

éste par¦ tÕn

genÒmenon pÒlemon m¾ kÚrion genšsqai Stratoklša tÕn Ømšteron strathgÕn bouleÚsasqai

perˆ tÁj tîn stratiwtîn swthr…aj

.

144. Kaˆ taàt

'

oÙk ™gë mn kathgorî

,

›teroi d

parale…pousin

,

¢ll¦ k¢gë lšgw kaˆ p£ntej ™pitimîsi kaˆ Øme‹j sÚniste kaˆ oÙk Ñrg…zesqe

.

'Eke‹no g¦r pepÒnqate prÕj Dhmosqšnhn

·

sune…qisqe ½dh t¢dik»mata t¦ toÚtou ¢koÚein

,

éste oÙ qaum£zete

.

De‹ d oÙc oÛtwj

,

¢ll

'

¢ganakte‹n kaˆ timwre‹sqai

,

e„ cr¾ t¦ loip¦ tÍ

pÒlei kalîj œcein

.

145. DeÚteron d kaˆ polÝ toÚtou me‹zon ¢d…khma ºd…khsen Óti tÕ

bouleut»rion tÕ tÁj pÒlewj kaˆ t¾n dhmokrat…an ¥rdhn œlaqen ØfelÒmenoj

,

kaˆ met»negken

e„j Q»baj e„j t¾n Kadme…an

,

t¾n koinwn…an tîn pr£xewn to‹j boiwt£rcaij sunqšmenoj

·

kaˆ

thlikaÚthn aÙtÕj aØtù dunaste…an kateskeÚasen ést

'

½dh pariën ™pˆ tÕ bÁma presbeÚsein

mn œfh Ópoi ¨n aØtù dokÍ

.

ΑΙΣΧΙΝΟΥ, Κατά Κτησιφῶντος 143 - 145

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

ποιέω, -ῶ:

(+αιτ.) κάνω κάτι / (+2αιτ. Α+ Κ) κάνω κάποιον κάτι /

(+αιτ. +τελ. απαρεµφ. του σκοπού) κάνω κάποιον ώστε να /

(+κατηγ. µτχ.) παρουσιάζω κάποιον να

τό ἀνάλωµα:

δαπάνη, κόστος

ληρέω, -ῶ:

είµαι ανόητος, µιλώ ή φέροµαι ανόητα / φλυαρώ

ἄρδην

: (επιρ.) εντελώς, εξ ολοκλήρου

ἀνατίθηµι

: (+αιτ. / +αιτ. +δοτ.) αποδίδω / αναθέτω,

εµπιστεύοµαι / αφιερώνω, ανεγείρω (ως ανάθηµα) / Μ.

(+αιτ.) αναθέτω / µεταβάλλω γνώµη για κάτι

κύριος, α, ον

: αυτός που έχει τη δύναµη, την εξουσία /

έγκυρος / καθορισµένος

βουλεύω

: (+αιτ. / + β ΄ουσα προτ.) σκέπτοµαι, κρίνω, σχεδιάζω

/ (+τελ. απαρεµφ.) αποφασίζω να / είµαι βουλευτής / Μ. (+αιτ.

/ + β ΄ουσα προτ. / +τελ. απαρεµφ.) κρίνω, αποφασίζω,

συσκέπτοµαι

κατηγορέω, -ῶ:

(απολ.) είµαι ή εµφανίζοµαι ως κατήγορος /

(+γεν. / +γεν. +προσδ. της αιτίας) κατηγορώ κάποιον (για)

κάτι / (+γεν. +ειδ. προτ. / +ειδ. απαρεµφ.) λέγω, διαβεβαιώνω

εις βάρος κάποιου ότι / (+αιτ.) αναφέρω ως κατηγορία,

αποδεικνύω κάτι

ἐπιτιµάω, -ῶ

: (+αιτ.) εκτιµω, ορίζω τιµή, (+δοτ.) επιβάλλω ποινή,

κατηγορώ, κατακρίνω, επιπλήττω

σύνοιδα

: (+δοτ. / +δοτ. +αιτ. / +κατηγ. µτχ.) γνωρίζω, έχω τη

συναίσθηση ότι

συνεθίζω

: (+αιτ. / +αιτ. +τελ. απαρεµφ. / +αιτ. +δοτ.) συνηθίζω,

εξοικειώνω κάποιον µε, συνηθίζω κάποιον να / Μ. (+τελ.

απαρεµφ.) συνηθίζω να

τιµωρέω, -ῶ:

(+δοτ.) βοηθώ / (σπ.) παίρνω εκδίκηση για

λογαριασµό κάποιου / (+αιτ.) τιµωρώ / Μ. (+αιτ.) τιµωρώ,

εκδικούµαι κάποιον / Π. τιµωρούµαι

λανθάνω

: (+αιτ. / +αιτ. +κατηγ. µτχ.) ξεφεύγω από την

προσοχή κάποιου (ότι) / (+κατηγ. µτχ.) / (+αιτ. +ειδ. προτ.)

ξεφεύγει από κάποιον ότι

ὑφαιρέω, -ῶ:

(+αιτ. / +αιτ. +γεν.) αφαιρώ κρυφά κάτι ή

κάποιον (από) / Μ. (+αιτ. / +αιτ. +γεν. / σπ. +γεν.) υποκλέπτω,

αφαιρώ κρυφά / απογυµνώνω κάποιον από

ἡ κοινωνία

: επικοινωνία / συναναστροφή / κοινωνική

οµάδα, πολιτεία

συντίθηµι:

(+αιτ.) προσθέτω, συνάπτω / συνθέτω,

κατασκευάζω, δηµιουργώ /επινοώ Μ. (+αιτ. / +αιτ. +δοτ.)

σκέπτοµαι κάτι / συµφωνώ, συνάπτω µε κάποιον κάτι / (+δοτ.

+τελ. απαρεµφ.) συµφωνώ µε κάποιον να

πάρειµι

: (+αιτ. / απολ.) περνώ από µπροστά, προσπερνώ, /

εµφανίζοµαι, παρουσιάζοµαι να µιλήσω / µεταβαίνω

πρεσβεύω

: (απολ.) είµαι µεγαλύτερος, έχω πρωτεία / είµαι ή

στέλνοµαι ως πρεσβευτής / (+ αιτ.) διαπραγµατεύοµαι κάτι /

κυβερνώ / τιµώ / Μ. ενεργώ ως πρεσβευτής / στέλνω

πρέσβεις / Π. στέλνοµαι ως πρεσβευτής

δοκέω, -ῶ:

(+ειδ. απαρεµφ.) µου φαίνεται, νοµίζω / (+τελ.

απαρεµφ.) µου φαίνεται καλό να, αποφασίζω