Background Image
Table of Contents Table of Contents
Previous Page  35 / 112 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 35 / 112 Next Page
Page Background

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

56

ΘΕΜΑ 13

Ταῦτα ἔπραττον µίσει τῶν Θηβαίων

ΕΤΕΡΟΠΤΩΤΟΙ ΟΝΟΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΙ (ΓΕΝΙΚΗ)

Π. 49

ΣΥΣΤΟΙΧΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

Π. 29.3 - 30

ΚΕΙΜΕΝΟ

1.

'I

doÝ ™gë tÍ te ¢tuc…v

,

¿n oÙ dika…wj a„tiîmai

,

æj oáto… fasin

,

˜kën ™mautÕn

™gceir…zw

,

tÍ te toÚtwn œcqrv

,

dediëj mn tÕ mšgeqoj tÁj diabolÁj aÙtîn

,

pisteÚwn d tÍ

Ømetšrv gnèmV tÍ te ¢lhqe…v tîn ™x ™moà pracqšntwn

.

'AposteroÚmenoj d Øp

'

aÙtîn mhd

t¦j paroÚsaj ¢tuc…aj ¢naklaÚsasqai prÕj Øm©j

,

¢porî e„j ¼ntina ¥llhn swthr…an cr» me

katafuge‹n

.

2. KainÒtata g¦r d»

,

e„ cr¾ kainÒtata m©llon À kakourgÒtata e„pe‹n

,

diab£llous… me

.

Kat»goroi g¦r kaˆ timwroˆ fÒnou prospoioÚmenoi enai

,

Øperapolo-

goÚmenoi tÁj ¢lhqoàj Øpoy…aj ¡p£shj

,

di¦ t¾n ¢por…an toà ¢pokte…nantoj aÙtÕn ™m fonša

fasˆn enai

,

drîntej d t¢nant…a ïn prostštaktai aÙto‹j

,

fanerÕn Óti ¢d…kwj ™m m©llon

¢pokte‹nai zhtoàsin À tÕn fonša timwre‹sqai

.

ΑΝΤΙΦΩΝΤΟΣ, Τετραλογία Α δ 1 - 2

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

αἰτιάοµαι, -ῶµαι:

(+αιτ. / +ειδ. προτ. / +ειδ. απαρεµφ.)

κατηγορώ κάποιον

ἐγχειρίζω:

(+αιτ. +δοτ.) παραδίδω, εµπιστεύοµαι σε

κάποιον κάτι

δέδοικα ή δέδια:

(+αιτ. / +τελ. απαρεµφ. / +ενδ.

προτ.) φοβάµαι

ἡ διαβολή

; συκοφαντία, κατηγορία, εχθρότητα

ἀποστερέω, -ῶ:

(+αιτ. +γεν. / αιτ. + αιτ.) στερώ

κάποιον από κατι, αποµακρύνω / (+αιτ.) αφαιρώ,

αρπάζω κάτι / Μ. (+γεν.) στερούµαι από κάτι / (σπ.

+τελ. απαρεµφ.) στερώ κάποιον από την δυνατότητα

να

ἀνακλαίω:

(απολ. / +αιτ.) αναβοώ µεγαλόφωνα /

κλαίω για κάτι / Μ. (+αιτ.)

ἀπορέω, -ῶ:

(+αιτ. / +εµπροθ. / +πλάγια ερωτηµ. /

+τελ. απαρεµφ.) απορώ, είµαι σε αµηχανία, απορώ

και δεν γνωρίζω / (+γεν.) στερούµαι, έχω ανάγκη

διαβάλλω

: (+αιτ.) διαβαίνω / διασύρω, κατηγορώ

κάποιον, ονειδίζω, εξαπατώ

προσποιέοµαι, -οῦµαι:

(+αιτ.) προσθέτω,

ιδιοποιούµαι, λαµβάνω µε το µέρος µου,

προσποιούµαι / (+2αιτ. Κ + Α) παίρνω µε το µέρος

µου κάποιον ως / (+ειδ. απαρεµφ.) κάνω ότι είµαι

ὑπεραπολογέοµαι, -οῦµαι:

(+γεν.) απολογούµαι,

συνηγορώ για το χατήρι κάποιου

προστάττω

: (+αιτ.) παρατάσσω, τοποθετώ κάποιον,

επιβάλλω κάτι / (+αιτ. +δοτ.) παραχωρώ σε κάποιον

κάτι, διορίζω κάποιον σε, διατάζω κάποιον για κάτι /

(+δοτ. +τελ. απαρεµφ.) διατάζω κάποιον να