ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
15
έβλεπε πως είχαν κατατρομάξει όλοι ανεξαιρέτως, μόλις είδαν την ενέδρα, είπε
στους παρόντες· Άνδρες, για μένα είναι έντιμο να πεθάνω εδώ.
10. Λόγια που σκλαβώνουν
'Ek d2 toÚtou oƒ LakedaimÒnioi Teleut…an aâ ™pˆ taÚtV
™k
-
pšmpousin ™pˆ taÚtaj t¦j naàj naÚarcon
.
`Wj d2 edon
aÙtÕn ¼konta oƒ
naàtai
,
Øper»sqhsan
.
`O d
'
aÙtoÝj sugkalšsaj epe toi£de
·
’W ¥ndrej
stratiîtai
,
™gë cr»mata m2n
oÙk œcwn ¼kw
·
™¦n mšntoi qeÕj ™qšlV kaˆ
Øme‹j sumproqumÁsqe
,
peir£somai t¦ ™pit»deia Øm‹n æj ple‹sta por…zein
.
Eâ d
'
‡ste
,
™gë Ótan Ømîn ¥rcw
,
eÜcoma… te oÙd2n Âtton zÁn
Øm©j À kaˆ
™mautÒn
,
t£ t
'
™pit»deia qaum£saite m2n ¨n ‡swj
,
e„ fa…hn boÚlesqai Øm©j
m©llon À ™m2 œcein
·
™gë d2 n¾
toÝj qeoÝj kaˆ dexa…mhn ¨n aÙtÕj m©llon
dÚo ¹mšraj ¥sitoj À Øm©j m…an genšsqai
.
Ξενοφῶντος, Ἑλληνικά, Ε, Ι, 13-15
ὑπερήδομαι:
χαίρομαι πάρα πολύ.
ἔχων
: τροπική μτχ. (Π. 125.2.α).
ἐπιτήδειος,α,ον:
κατάλληλος,
χρήσιμος / φιλικός /(ως ουσιαστ.):
στενός φίλος /
τά ἐπιτήδεια:
τα
τρόφιμα, τα εφόδια.
ὡς πλεῖστα:
επιρ. κατηγορ. (Π. 33).
Το ὡς είναι επιτατικό (Π. 171.2.β).
πορίζω
(+δοτ.+αιτ.) < πόρος <
περάω: φέρνω, προμηθεύω,
εφοδιάζω / Μ. προμηθεύομαι,
αποκτώ, εξασφαλίζω.
εὔχομαι ... ἐμαυτόν
και
τά
τ’...ἴσως
: δευτ. ειδικές προτ. κατά
παράλειψη του ὅτι (Π. 73.4).
τά ἐπιτήδεια:
αντικ. στο
ἔχειν
.
ἤ καί ἐμαυτόν:
β΄ όρος σύγκρισης
(Π. 174.2).
εἰ φαίην ... ἔχειν:
δευτ. αιτιολογική
πρότ. (Π. 74.Β).
νή τούς θεούς:
Π. 226.7.
ἄσιτος
(α στερ. + σῖτος): νηστικός.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:
Μετά από αυτό οι Λακεδαιμόνιοι αποστέλλουν πάλι τον
Τελευτία ως ναύαρχο αυτών των πλοίων. Όταν οι ναύτες τον είδαν να φτάνει,
χάρηκαν υπερβολικά. Αυτός, αφού τους συνάθροισε, είπε τα εξής περίπου·
Άνδρες στρατιώτες, εγώ ήρθα χωρίς να έχω χρήματα· εάν όμως θέλει ο θεός και
δείξετε και εσείς προθυμία, θα προσπαθήσω να σας εξασφαλίσω τα τρόφιμα σε