16
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΠΑΧΑΡΑΚΗ
όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αφθονία. Και να γνωρίζετε καλά ότι, όταν σας
κυβερνώ εγώ, εύχομαι να ζείτε εσείς καλύτερα από εμένα και ότι θα απορούσατε
ενδεχομένως, εάν έλεγα ότι επιθυμώ περισσότερο να έχετε εσείς τρόφιμα παρά
εγώ· εγώ επιπλέον, μα τους θεούς, θα δεχόμουν ακόμη να παραμείνω ο ίδιος δύο
μέρες νηστικός, παρά εσείς μία.
11. Λακεδαιμόνιοι κατά Μαντινέων
ToÚtwn d2 prokecwrhkÒtwn æj ™boÚlonto
,
œdoxen aÙto‹j
,
Ósoi ™n tù
polšmJ tîn summ£cwn ™pškeinto kaˆ to‹j polem…oij eÙmenšsteroi Ãsan À
tÍ Lakeda…moni
,
toÚtouj kol£sai kaˆ kataskeu£sai æj m¾ dÚnainto
¢piste‹n
.
Prîton m2n oân pšmyantej prÕj toÝj Mantinšaj ™kšleusan
aÙtoÝj tÕ te‹coj periaire‹n
,
lšgontej Óti oÙk ¨n pisteÚseian ¥llwj aÙto‹j
m¾ sÝn to‹j polem…oij genšsqai
.
A„sq£nesqai g¦r œfasan kaˆ æj s‹ton
™xšpempon to‹j 'Arge…oij sfîn aÙto‹j polemoÚntwn
,
kaˆ æj œsti m2n Óte
oÙd2 sustrateÚoien ™keceir…an profasizÒmenoi
,
ÐpÒte d2 kaˆ ¢kolouqo‹en
,
æj kakîj sustrateÚoien
.
Ξενοφῶντος, Ἑλληνικά, Ε, ΙΙ, 1-2
προχωρῶ:
προχωρώ, προοδεύω,
σημειώνω καλή έκβαση.
τῶν συμμάχων:
γεν. διαιρετική
στο ὅσοι (Π. 49α.2).
ἐπίκειμαι
(+δοτ.): βρίσκομαι κοντά,
πιέζω, επιτίθεμαι, απειλώ,
διάκειμαι εχθρικά.
ἀπιστῶ:
δυσπιστώ, δεν υπακούω.
περιαιρῶ
(+αιτ.): αφαιρώ, αφανίζω,
γκρεμίζω.
πολεμούντων:
γεν. απόλ. χρονική
μτχ.
ἄλλως:
διαφορετικά / άσκοπα,
μάταια / γενικά.
σφῶν:
υποκ.στη μτχ.
πολεμούντων
. Έμμεση
αντανάκλαση (Π. 206.Β.2.α ).
ἐκεχειρία
(ἔχω + χείρ): διακοπή
εχθροπραξιών, ανακωχή.
ὁπότε ... ἀκολουθοῖεν:
δευτερ.
χρονική πρότ. (Π. 95α.Β.5).
κακῶς
: άσχημα, δύσκολα,
απρόθυμα.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:
Αφού αυτά είχαν προοδεύσει όπως ήθελαν, αποφάσισαν αυτοί,
όσοι από τους συμμάχους είχαν εχθρική διάθεση κατά τη διάρκεια του πολέμου